Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης
Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης
Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, υπήρξεν ένας από τους πρώτους Αθηναίους που επίστευσαν στον Κύριο, αμέσως μόλις άκουσαν την ομιλία του Αποστόλου Παύλου. Δεν έχουμε πολλές μαρτυρίες για τον άνδρα. Το όνομά του παραπέμπει αμέσως στον αρχαίο θεό Διόνυσο. Για να είναι την περίοδο εκείνη Αρεοπαγίτης ο Διονύσιος, θα πρέπει να ανήκε σε διακεκριμένη αθηναϊκή οικογένεια. Αυτά τα δύο στοιχεία μας βεβαιώνουν ότι δεν ανήκε στη μικρή εβραϊκή κοινότητα της εποχής, αλλά ήταν οπωσδήποτε ευπατρίδης Αθηναίος.
Θεωρείται ο πρώτος Επίσκοπος της πόλεως, και στη συνείδηση του πιστού λαού αναγνωρίσθηκε γρήγορα ως πολιούχος των Αθηνών, ως προστάτης δηλαδή της πόλεως. Η επιλογή δεν είναι τυχαία: ο άγιος Διονύσιος εθεωρείτο κάτοχος μεγάλης σοφίας, και γι αυτό κρίθηκε ο καταλληλότερος αντικαταστάτης της Αθηνάς Παλλάδος.
Υπήρχε, όμως, ένας ακόμη λόγος να αναγνωρισθεί ως πολιούχος των Αθηνών: σε μιαν εποχή όπου ούτε οι θεσμοί ούτε άνθρωποι έμεναν ανεπηρέαστοι από τις πιέσεις της εξουσίας και του χρήματος, ο Διονύσιος ήταν στη συνείδηση των Αθηναίων δικαστής ανεπίληπτου ήθους, δικαστής που τη συνείδησή του δεν την έκαμπτε καμμία δύναμις. Αυτή του την καθαρότητα και τη σοφία του τιμώντας ο λαός, τον ανεγνώρισε ως τη χριστιανική απάντηση στην Αθηνά.
Ήταν τόση η φήμη της σοφίας του, ώστε σε αυτόν απέδωσε το έργο του ο ανώνυμος συγγραφέας του 3ου αι., που η επιστήμη σήμερα ονομάζει «Ψευδο-Διονύσιο». Ο πιστός λαός θεώρησε εύλογο να είναι έργα του Διονυσίου Αθηνών τα εξαιρετικώς βαθυστόχαστα αυτά κείμενα, τα γνωστά μας ως «Αρεοπαγητικά συγγράμματα». Γι αυτό και η παράδοση της Εκκλησίας μας τα αποδίδει στον άγιο Διονύσιο, όπως επιβεβαιώνει το Δοξαστικό που ψάλλεται στον εσπερινό της εορτής του:
«Ούτος γαρ διαπτύσας των Στωϊκών φιλοσόφων [...]
των απορρήτων μυστηρίων γνώστης εγένετο».
Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι στο πρόσωπο του αγίου, τιμούμε τα δύο πρόσωπα, του Αθηναίου ευπατρίδη και Επισκόπου, αλλά και του μεγάλου μύστη.
Τα συγγράματα τα αποδιδόμενα στον άγιο Διονύσιο, αποτελούν θεμελιώδη κείμενα της μυστικής θεολογίας του χριστιανισμού. Γι αυτό και γνώρισαν εξαιρετική διάδοση στον δυτικό κόσμο. Η πρώτη μετάφραση των έργων αυτών στα λατινικά έγινε ήδη τον 8ο αι. Τον 9ο αι., ο αυτοκράτωρ της Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ ο Β΄, δώρισε στον Γάλλο βασιλέα Λουδοβίκο τον Ευσεβή ένα αντίγραφο του πρωτοτύπου. Σύντομα, τα έργα αυτά διαδόθηκαν παντού, και θεωρήθηκαν θεόπνευστα όχι μόνον από Ορθοδόξους, αλλά και από Καθολικούς και Προτεστάντες.
Πηγή http://www.ecclesia.gr/ (επίσημο site της Εκκλησίας της Ελλάδος)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Πολιτιστικά